||||||||


η θέα της πόλης από λόφους και ταράτσες


Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και προβάλουν διστακτικά στην αρχή και πιο αποφασιστικά στην συνέχεια τρεις άντρες με τα πιστόλια στον αέρα, κάνοντας κύκλους γύρω από τον εαυτό τους! Σαν παρωδία αμερικάνικης ταινίας, δεν ήξερα αν έπρεπε να γελάσω ή να φοβηθώ.
- Τι κάνεις εδώ;
- Παιδιά ήρεμα, φωτογραφίες τραβάω.
Μετά από δεκαπέντε λεπτά σωματικής έρευνας, ερωτήσεων και τηλεφωνημάτων, με πήγαν στο αστυνομικό τμήμα για εξακρίβωση. Για το πως με είδαν, ποιος τους άνοιξε, και αν μπήκαν νόμιμα, μόνο υποθέσεις μπορώ να κάνω. 

Λίγο αργότερα από την ώρα που δύει ο ήλιος πίσω από τις δυτικές συνοικίες και καθώς ο ουρανός φλέγεται από τα μοβ και τα κόκκινα, ανάβουν τα δημόσια φώτα της πόλης, φωτίζονται οι δρόμοι, οι οδικοί κόμβοι και οι γέφυρες, τα δημοτικά πάρκα και τα στάδια. Και πριν χαθεί το τελευταίο φως, φωτοβολεί η ακρόπολη και τα άλλα μνημεία του ιστορικού κέντρου, καθώς και τα σύγχρονα αστικά μνημεία: πολυκαταστήματα, γήπεδα, τράπεζες, ξενοδοχεία. Η πόλη λουσμένη με ηλεκτρικό ρεύμα, προβάλλει καθαγιασμένα τα δυνατά της σημεία. Οι κολόνες της ΔΕΗ, ο δημοτικός φωτισμός, οι προβολείς κτιρίων, εργοστασίων, γηπέδων, λεωφόρων, εποχούμενων οχημάτων, οι επιγραφές νυχτερινών κέντρων καθώς και οι χιλιάδες λάμπες από τα ανοιχτά παράθυρα των διαμερισμάτων, αποτελούν το φωτεινό είδωλο της πόλης, αποκαλύπτοντας ή καλύπτοντας τον τρόπο ζωής των κατοίκων της. 
Μια λίμνη από φώτα η Αθήνα από ψηλά, μια καθημερινή σιωπηλή γιορτή. Λίγο παραέξω όμως από τα highlights του κέντρου και τα αρχαία μάρμαρα, ανασαίνει αργά η μονοτονία των γερασμένων πολυκατοικιών και των στενών βρόμικων δρόμων με τα ποτάμια παρκαρισμένων αυτοκινήτων και τους λαμπτήρες πυρακτώσεως. Κρυμμένες χαρές και δράματα συνηθισμένων ανθρώπων πίσω από φωτισμένα παράθυρα, μικροαστικών σαλονιών, υπόγεια δωμάτια μεταναστών, βουβά πεντάρια ηλικιωμένων φωτισμένα από την τηλεόραση.
Μπορεί το γοητευτικό άλως από φως και σκοτάδι να καλύπτει την ιδιωτική ζωή μας, αλλά μέσα από το ημιτελές παζλ των φώτων, εύκολα διακρίνεται ο σκελετός και οι μαύρες τρύπες του ρυθμού και της ανάσας της πόλης και των κατοίκων της.

Μέσα Νοεμβρίου έξι και πενήντα το απόγευμα, σαράντα λεπτά μετά τη δύση, λόφος Ελωνής, Κυψέλη, (ναι υπάρχουν και λόφοι από χώμα και πέτρες στην Κυψέλη). Πίσω μου μια παρέα από μεσήλικες γυναίκες που έχουν βγάλει βόλτα τα σκυλιά τους, πειράζονται και γελάνε δυνατά. Ίσως ασυνείδητα ανακαλούν τη λειτουργία της γειτονιάς του παιδικού χωριού τους. Μπροστά μου δυο σειρές καχεκτικά πευκάκια που χρόνια τώρα προσπαθούν να μεγαλώσουν. Από κάτω, στα γήπεδα που κάλυψαν την τρύπα του παλιού νταμαριού, με το φως των προβολέων, έχει προπόνηση η τοπική ομάδα της Κυψέλης και στο 5χ5 η παιδική ομάδα. Οι προπονητές χαλαροί δίνουν οδηγίες στα πιτσιρίκια, έξω από τα σύρματα περιμένουν οι μπαμπάδες. Στο βάθος το τελευταίο φως χάνεται πίσω από τον Πειραιά.
Λυκαβηττός, ένα ζεστό απόγευμα, ίδια ώρα, διαυγής ατμόσφαιρα. Λίγοι τουρίστες χαζεύουν τη θέα και βγάζουν αναμνηστικές φωτογραφίες. Δύο στρατιώτες έρχονται να κατεβάσουν τη σημαία, υπόθεση ρουτίνας, αλλά αμήχανοι τη βλέπουν να μην κατεβαίνει με τίποτα. Μετά από δέκα λεπτά και λίγες ψύχραιμες κινήσεις ξεκόλλησε.
Τουρκοβούνια από την πλευρά του Παλιού Ψυχικού, στα παλιά νταμάρια. Κατεστραμμένο τοπίο από τις εκσκαφές, χωρίς καμιά πρόνοια αποκατάστασης. Ερημιά, που και που κανένα σκυλί, ακριβώς από κάτω χάσκει μια τρύπα - νεκροταφείο παλιοσίδερων, πιο πέρα το Γαλάτσι και η Αθήνα μια σούπα, η αιθαλομίχλη καθισμένη σαν πέπλος πάνω από την πόλη, ρετουσάρει το φως της δύσης και δημιουργεί απίστευτα χρώματα. Από την άλλη πλευρά η παγωμένη ησυχία του Ψυχικού και της Φιλοθέης.
Σάββατο απόγευμα, λόφος Προφήτη Ηλία στον Πειραιά, στην εκκλησία γίνεται γάμος, το μπόουλινγκ ακόμα άδειο. Κρυμμένο μέσα στα πεύκα, ένα μικρό παρκάκι, πρόσφατα ανακαινισμένο και φροντισμένο, ο φύλακας με μια σκούπα, με αργές κινήσεις καθαρίζει. Δεν έχει κόσμο, ‘’έχε το νου να πεταχτώ μια στιγμή στο σουπερμάρκετ’’. Μπροστά μου στην πιο κοντινή ταράτσα μια γυναίκα προσπαθεί να βάλει μια τάξη στο χάος της σαβούρας που την κατακλύζει. Στο βάθος το λιμάνι, μόλις που ξεχωρίζουν τα φώτα των πλοίων, ανακατεμένα με τις φωτεινές επιγραφές. Βράδιασε, ο γάμος τέλειωσε κι οι καλεσμένοι ψιθυρίζοντας, κρύβονται γρήγορα στα αυτοκίνητα τους.
Λόφος Φιλοπάππου από την ανατολική πλευρά, απέναντι από την Ακρόπολη, ο νέος φωτισμός αναδεικνύει το μνημείο,  αλλά όσο σκοτεινιάζει δυσκολεύει η φωτομέτρηση γιατί φωτίζεται υπερβολικά ο Παρθενώνας. Μια παρέα Ρώσων μεταναστών φωτογραφίζετε και ένα ζευγάρι χαζεύει την πανσέληνο. Νότια, στην αρχή της Συγγρού, τα νέα κτίρια ανταγωνίζονται τον Παρθενώνα σε φωτισμό. Απίστευτη η φωτορύπανση της πόλης, τόσο από τον φωτισμό κτιρίων τα τελευταία χρόνια, αλλά πολύ περισσότερο από τα άπειρα στρογγυλά φωτιστικά πάρκων, πλατειών και πεζοδρόμων και τους διάφορους προβολείς που άσκοπα φωτίζουν νταμάρια, γήπεδα, εκκλησίες, δρόμους.
Δάφνη, στο λόφο του ναού της Ζωοδόχου Πηγής .... , δίπλα στην εκκλησία ένα σχολείο και τριγύρω πρώην παράγκες που με διάφορες προσθήκες έχουν μεταμορφωθεί σε σύγχρονες κατοικίες αμφίβολης αισθητικής. Στην κορυφή ένας βράχος, βρομισμένος από μπογιές, φωτιές, αποτσίγαρα, τενεκεδάκια από αναψυκτικά και μπίρες. Ίσως η σημαντικότερη διαπίστωση από αυτή την περιδιάβαση των λόφων της πόλης είναι το πόσο πολλά σκουπίδια είναι πεταμένα στους ελεύθερους χώρους. Περπάτησα τριγύρω ανάμεσα στα σπίτια, πεύκα, χωράφια, ένα μικρό χωριό πάνω από την πόλη.
Κερατσίνι, πάνω από την παλιά βιομηχανική ζώνη, πίσω μου καινούργιες πολυκατοικίες, τριγύρω πάρκο διαμορφωμένο πριν λίγα χρόνια αφημένο στην τύχη του και την εντροπία του καιρού, μπροστά παλιά εγκαταλειμμένα εργοστάσια, δεξαμενές, αερογέφυρες που συνδέουν το λιμάνι με το τελωνείο, φορτηγά, δύο γήπεδα ποδοσφαίρου, η θάλασσα, πλοία και στο βάθος η Αίγινα. Μια παρέα σκυλιών τριγυρίζει στο πάρκο, ξαφνικά γαβγίζουν, ξαφνικά σταματούν.
Προφήτης Ηλίας Χαϊδάρι, οι περίβολοι της εκκλησίας και η δημοτική καφετέρια με βεράντες, μπαλκόνια, πάρκινγκ και διάφορες τσόντες καλύπτουν όλη την ελεύθερη περιοχή του λόφου. Κυριλέ ζευγάρια μπαινοβγαίνουν στην καφετέρια. Σκυλιά γαβγίζουν επίμονα μια άσπρη γάτα που κρύφτηκε για ώρα στους θάμνους. Η πόλη ανατολικά και πολύ μακριά.
Ξανά στην Κυψέλη, πίσω από το σχολικό συγκρότημα της «γκράβας», χαμηλό λοφάκι, ανάμεσα σε πολυκατοικίες, πριν προλάβω  να στήσω το τρίποδο, βλέπω ένα περιπολικό να πλησιάζει, οι αστυνομικοί διακριτικοί αυτή τη φορά, με χαιρέτησαν και έφυγαν. Τρεις μεσήλικες γυναίκες πέρασαν γρήγορα με κρυφή - φανερή χαρά, λέγοντας πως μόνες τους φοβούνται να περάσουν απ’ αυτή την σκοτεινιά. Από ένα ανοιχτό μπαλκόνι πλημμύριζε ο λόφος από τα καψουροτράγουδα της εποχής.
Ταράτσα στο κέντρο της πόλης στην οδό Ακαδημίας, μεγάλες αλλά στεγνές πολυκατοικίες του πενήντα, στεγάζουν κυρίως δικηγορικά γραφεία, από τα φωτισμένα παράθυρα, κομπιούτερ, άνθρωποι, ζεστασιά και μούχλα γραφείου. Δυτικά πάνω από όλα, σαν στολίδι σε τούρτα ο Παρθενώνας.
Παλαιό Φάληρο διασταύρωση Βενιζέλου και Αχιλλέως, από κάτω κάθε πέντε λεπτά περνάει το τραμ. Οι διπλανές πολυκατοικίες εκτεθειμένες στο βλέμμα μου, δύο παιδιά παίζουν στο διώροφο κρεβάτι τους, μια γιαγιά μπαινοβγαίνει στο μπαλκόνι, ένας ηλικιωμένος ποτίζει τις γλάστρες του.
Χαλάνδρι, διώροφες κατοικίες με μεγάλους ακάλυπτους χώρους, και πολλά δέντρα, διασταύρωση, απέναντι μια εκκλησία και ένα περίπτερο. Συνηθισμένο σημείο που θα μπορούσε να είναι σε πολλά προάστια. Νυχτώνει, ησυχία, από τις καμινάδες μυρωδιές από φαγητά, από τα ανοιχτά παράθυρα τηλεοράσεις φωτίζουν τα σαλόνια, στο δρόμο ελάχιστοι άνθρωποι, κυρίως παιδιά που πηγαίνουν στα φροντιστήρια. Το περίπτερο με τα φωτισμένα ψυγεία, τις επιγραφές και τα υπόλοιπα αξεσουάρ του, φωτοβολεί.
Λυκαβηττός, ταράτσα με θέα προς Αλεξάνδρας και Γκύζη, το τεράστιο μπλοκ του Αρείου Πάγου αλλοιώνει την όποια πολεοδομική συμμετρία της περιοχής, το πολυώροφο κτίριο της Αστυνομίας και το γήπεδο του Παναθηναϊκού είναι πολύ μικρά μπροστά του. Στις τριγύρω ταράτσες στριμωγμένες πισίνες μοιάζουν με ανέκδοτο.
Λυκαβηττός πάλι, στις παλιές προσφυγικές κατοικίες, πίσω από το Μέγαρο Μουσικής. Πολλές ανακαινισμένες, άλλες εγκαταλειμμένες. Στο απέναντι κτίριο μετακόμιση κάποιος φεύγει, πλανόδιος ακορντεονίστας, ‘’σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία, σ’ αγαπώ ... ‘’ στο πεζοδρόμιο η κυρά Τασία κάθετε στο καρεκλάκι της, ζει στα προσφυγικά από τότε που χτίστηκαν.
Κηφισιά, πίσω από το ΚΑΤ, δίπλα στις γραμμές του ηλεκτρικού, στην μικρή ταράτσα η Ματθίλδη το καλοκαίρι κάνει μπάνιο στο φουσκωτό πισινάκι της, μου δείχνει στη βιντεοκάμερα ηλιοβασιλέματα και φεγγάρια που τράβηξε τις προηγούμενες μέρες. Το τρένο κάθε πέντε λεπτά αφήνει μια φωτεινή γραμμή στις φωτογραφίες.
Κυψέλη, κοντά στην πλατεία, φυσάει βοριάς, στην ταράτσα ανεμίζουν απλωμένα ρούχα. Σε μια άκρη ξεχασμένο σπιτάκι σκύλου, τα διπλανά κάγκελα στολισμένα με μπλε πλαστικές σακούλες για να μην πλησιάζουν τα περιστέρια. Τριγύρω πλησμονή από πολυκατοικίες του εξήντα, χιλιάδες παράθυρα διαμερισμάτων, λάμπες, κεραίες, ηλιακοί θερμοσίφωνες, ...
Στο βάθος καινούργιες χρωματιστές πολυκατοικίες της άνω Κυψέλης. Ξαφνικά άνοιξε η πόρτα της ταράτσας, όχι δεν είναι η αστυνομία, μια γυναίκα ήρθε να μαζέψει τα ρούχα. Κρύο και καθαρή ατμόσφαιρα, τα σύννεφα ανακλούν το φως και μοιάζει αδύνατον να βραδιάσει. 

2005-2010



































Δεν υπάρχουν σχόλια: